ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

Η κλήση από το Καστρί. 23/09/11 - www.ellinofreneia.net

Χτες βράδυ, κατά τις 9, μόλις είχε τελειώσει, το επαναστατικό δελτίο ειδήσεων του ΜΕΓΚΑ, χτυπάει το τηλέφωνο του σπιτιού. Ποιος να είναι βραδιάτικα, αναρωτιέμαι, και κοιτώντας την αναγνώριση κατάλαβα ότι η κλήση είναι από το Καστρί. Στο Καστρί έχω δυο φίλους. Ο ένας είναι ένας παλιός συνάδελφος δημοσιογράφος, που τώρα έχει ανοίξει, ένα κατάστημα πώλησης ειδών αλιείας, και ο άλλος είναι ο Γιώργος. Σωστά μαντεύετε.
 Ήταν ο Γιώργος. «Που είσαι; Χαθήκαμε», μου λέει, γεμάτος χαρά. «Εγώ χάθηκα ή εσύ; Όλη η κοινωνία σε ψάχνει. Που έχεις εξαφανιστεί μια βδομάδα τώρα;», του απαντώ. Σε έπαιρνα στο Μαξίμου, και δεν σε έβρισκα. «Κουλουβάχατα», μου λέει, με ελαφρώς απογοητευμένο ύφος. Όταν ο Γιώργος λέει, την λέξη, «κουλουβάχατα», τα πράγματα δεν είναι καλά. Από μικρός αυτή την λέξη χρησιμοποιεί, για να περιγράψει πολύ δύσκολες καταστάσεις. Κουλουβάχατα είπε, όταν ο Μητσοτάκης έκανε την αποστασία, κουλουβάχατα είπε, όταν ο πατέρας χώρισε την μαμά για την Δήμητρα και κουλουβάχατα είπε, όταν αποκλείστηκε, στο δεύτερο κιόλας, μαξιλαράκι, στο «ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος», πριν μια δεκαετία.  Επίσης κουλουβάχατα είπε, όταν μάγκωσε το φερμουάρ του παντελονιού του, εκείνη την ημέρα που απηύθυνε το διάγγελμα, από το Καστελόριζο. Γι αυτό, στο πλάνο, είναι από την μέση και πάνω, και ελαφρώς σφιγμένος. «Μα γιατί λες, κουλουβάχατα; Πήγε κάτι στραβά με την Τρόικα;», τον ρωτάω και συνειδητοποιώ, ότι σοβαρή απάντηση σε αυτή την ερώτηση δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει. «Όχι, όχι, με την τρόικα μια χαρά, τα πάμε. Οι συνομιλίες του Βαγγέλη, πήγαν άριστα, και βρήκαμε μαζί, τους καλύτερους τρόπους να βάλουμε κάποιους φόρους, να μαζέψουμε 4 δις ευρώ σε δυο μήνες,  χωρίς να αγανακτήσουμε και να εξαγριώσουμε τον κόσμο», μου λέει χαρούμενος. «Αυτό είναι σίγουρο. Μπράβο Γιώργο», προσθέτω, με έκδηλη, την αμηχανία μου, όταν τον ακούω να φωνάζει προς άλλη κατεύθυνση: «μην το πήξεις στην κανέλα, αφού ξέρεις ότι δεν την αντέχω», και γυρίζοντας προς εμένα, μου λέει, συνωμοτικά : «Η Άντα έφτιαξε πάλι ρυζόγαλο, και όπως κάθε φορά το πήζει στην κανέλα. Πάω να φάω μια κουταλιά, μπαίνει η κανέλα στα ρουθούνια μου  και φτερνίζομαι. Την μισώ την  κανέλα», μου λέει και αισθάνομαι, την ταραχή του.  «Είσαι εκνευρισμένος και σου φταίνε όλα», του απαντώ, για να τον αναγκάσω να ξεσπάσει. Και δεν έπεσα έξω. «Μα κάθε βράδυ ρυζόγαλο;» με ρωτάει  χαμηλόφωνα. «Σα να μένω στον Ευαγγελισμό. Γυρίζω κουρασμένος, από το Μαξίμου και αυτή μαγειρεύει ρυζόγαλο. Τη μια με κανονικό γάλα, την άλλη με βιολογικό την τρίτη με γάλα σόγιας, την τέταρτη με γάλα κατσίκας. Σήμερα το έχει κάνει με βουβαλίσιο. Κάθε βράδυ τρώω ρυζόγαλο. Σα να είμαι ο ποπάυ». Την τελευταία πρόταση την είπε φωναχτά για να την ακούσει προφανώς, η Άντα. «Ο Ποπάυ, έτρωγε σπανάκι», τον διορθώνω διακριτικά. «Τα ξέρω εγώ αυτά, όλα ίδια είναι», μου είπε βιαστικά για να κλείσει το θέμα. Και μου κλείνει το τηλέφωνο. Στο δεύτερο διαφημιστικό διάλλειμα, του EZEL, με ξαναπαίρνει τηλέφωνο, για να ζητήσει διευκρινήσεις σχετικά με τον Ποπάυ.  «Σπανάκι έτρωγε, δεν έτρωγε ρυζόγαλα», του απαντώ. «Και πως είχα την εντύπωση ότι και αυτός σιχαίνεται την κανέλα;», με ρωτάει. Ξέροντας καλά την ιδιοσυγκρασία του και για να ηρεμήσει όλο το υπόλοιπο βράδυ, αποφασίζω  να τον καθησυχάσω. «Η κανέλα είναι άτιμο πράγμα», του λέω, «μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά στον ανθρώπινο οργανισμό. Διεισδύει από τα ρουθούνια και κατακαίει τα ζωτικά όργανα του οργανισμού μας.  Προκαλεί τουλάχιστον 2 εκατομμύρια θανάτους τον χρόνο, στην Βραζιλία.  Να φανταστείς την φοβόταν και ο Τσόρτσιλ. Να πεις στην Άντα να την ελαττώσει», του είπα με αποφασιστική φωνή. «Δηλαδή έχουμε να κάνουμε με ένα μπαχαρικό δολοφόνο;», με ρωτάει έντρομος. «Ακριβώς Γιώργο, έδωσες τον τέλειο ορισμό», του απάντησα, και για να τον αποτελειώσω συνέχισα, «έτσι δεν χάσαμε τον Ποπάυ, όταν ένα βράδυ, τον βρήκαμε νεκρό από υπερβολική δόση κανέλας, νοθευμένη με σπανάκι από την Καλαβρία της Ιταλίας;».  Από την άλλη άκρη της γραμμής επικράτησε ησυχία. Ο προβληματισμός του, μάλλον είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του. «Με σπανάκι… Τι μου λες; …Πολύ λυπήθηκα, για τον Ποπάυ. Κρίμα. Πολύ κρίμα», είπε λυπημένος  και με καληνύχτισε.

Θύμιος Καλαμούκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θερμοκρασία και Άνεμοι στην παραλία της Αρτέμιδας